ΕΡΓΑΣΙΑ

Οι ελληνικοί μισθοί, το φως στο τούνελ και το τρένο

ΛΟΥΚΕΤΑ ΩΡΑΡΙΟ

Συνεχίζει να διαπιστώνει φως στο τούνελ η κυβέρνηση, όπως δηλώνουν κορυφαίοι υπουργοί της. Είναι απορίας άξιον που το βλέπει. Επειδή όμως λίγοι από τους υπόλοιπους βλέπουμε αυτό το φως, ας μιλήσουμε για το ίδιο το τούνελ.
 
Ποια είναι η κύρια αιτία της κρίσης της Ευρωζώνης;
Πρόκειται για την απόκλιση της ανταγωνιστικότητας ανάμεσα στο ευρωπαϊκό κέντρο και την ευρωπαϊκή περιφέρεια. Ας δούμε λοιπόν την πορεία της ελληνικής ανταγωνιστικότητας.
Η διεθνής ανταγωνιστικότητα μιας χώρας έχει δύο βασικούς συντελεστές. Από τη μια, το Ονομαστικό Κόστος Εργασίας, δηλαδή τους μισθούς και τα άλλα έξοδα εργατικού δυναμικού. Όσο ανεβαίνουν, τόσο μειώνεται η ανταγωνιστικότητα. Να τονίσω ότι πρόκειται για το ονομαστικό, όχι για το πραγματικό κόστος εργασίας, δηλαδή την πρόσβαση των εργαζομένων σε αγαθά και υπηρεσίες. Αυτή μπορεί ακόμη και να μειώνεται καθώς ανεβαίνουν οι ονομαστικοί μισθοί. Από την άλλη, την Παραγωγικότητα της Εργασίας. Όσο ανεβαίνει, τόσο αυξάνεται η ανταγωνιστικότητα.
Συνεπώς, αν διαιρέσουμε τον πρώτο συντελεστή με τον δεύτερο – δηλαδή αν δούμε το μισθολογικό κόστος σε σχέση με την παραγωγικότηταθα έχουμε τη συνολική εικόνα της ανταγωνιστικότητας. Αυτό ακριβώς είναι το Ονομαστικό Μοναδιαίο Κόστος Εργασίας που είναι ο κυριότερος δείκτης της διεθνούς ανταγωνιστικότητας.
Ο πίνακας που παραθέτω δείχνει την πορεία του Ονομαστικού Μοναδιαίου Κόστους Εργασίας στην Ευρωζώνη. Η ανάλυση του θέλει προσοχή, γιατί παρ’ ότι είναι πια γενικά αποδεκτό ότι η ανταγωνιστικότητα βρίσκεται στην καρδιά της κρίσης, ο ρόλος της δεν είναι ακόμη ξεκάθαρος για πολλούς.

Ονομαστικό Μοναδιαίο Κόστος Εργασίας

 Ευρωζώνη – Kέντρο / Περιφέρεια 1995-2011

 
 
Τι μας λέει λοιπόν ο πίνακας;
Στην περιφέρεια οι ονομαστικοί μισθοί ανέβαιναν ταχύτερα από την παραγωγικότητα από το 1995 μέχρι το 2008-9.  Στην Γερμανία όμως οι δύο συντελεστές κινήθηκαν με τον ίδιο ρυθμό: η καμπύλη είναι σχεδόν οριζόντια.
Γιατί υπήρξε αυτή η διαφορά; 
Μήπως επειδή η γερμανική οικονομία είναι πιο τεχνολογικά προηγμένη κι εξασφάλισε μεγάλη αύξηση της παραγωγικότητας; Ενώ οι χώρες της περιφέρειας είναι λιγότερο οργανωμένες και πάσχουν από έλλειψη παραγωγικότητας;
Κάθε άλλο. Η άνοδος της παραγωγικότητας στην Γερμανία ήταν μετριότατη και πιο χαμηλή από την περιφέρεια (εκτός από την Ισπανία). Το γερμανικό κεφάλαιο κατάφερε όμως να κρατήσει τις αυξήσεις των μισθών τόσο χαμηλά, όσο και η αύξηση της παραγωγικότητας. Η Γερμανία έχει ουσιαστικά μια οικονομία όπου ο εγχώριος τομέας λιμνάζει και οι μισθοί είναι παγωμένοι για χρόνια.
Η διεθνής ανταγωνιστικότητα είναι βέβαια σχετικό μέγεθος, αφού το ένα κεφάλαιο ανταγωνίζεται το άλλο. Εδώ θέλει ακόμη περισσότερη προσοχή. Αν κρίνουμε απλώς από τα επίπεδα ανταγωνιστικότητας, η Γερμανία ήταν πολύ πιο ανταγωνιστική από τις χώρες της περιφέρειας ήδη από το 1995. Αυτό όμως που πραγματικά βαραίνει στις διεθνείς συναλλαγές δεν είναι το επίπεδο της ανταγωνιστικότητας, αλλά το πως αυτή αλλάζει. Αν δηλαδή, μια χώρα κερδίζει ή χάνει ανταγωνιστικότητα. Ο απλούστερος τρόπος για να δούμε τη μεταβολή της ανταγωνιστικότητας ανάμεσα στις χώρες της Ευρωζώνης είναι να συγκρίνουμε τις αλλαγές στο Ονομαστικό Μοναδιαίο Κόστος Εργασίας.
Ο πίνακας δείχνει ακριβώς την μεταβολή του Ονομαστικού Μοναδιαίου Κόστους Εργασίας ως προς τον εαυτό του σε κάθε μία χώρα ξεκινώντας από το ίδιο χρονικό σημείο, δηλαδή το 1995. Η γερμανική οικονομία λοιπόν, νίκησε κατά κράτος τις περιφερειακές. Οι παγωμένοι γερμανικοί μισθοί δημιούργησαν ανταγωνιστικό πλεονέκτημα που κάθε χρονιά μεγάλωνε. Το 2008 το χάσμα με την Ελλάδα και τις άλλες χώρες είχε γίνει τεράστιο. Με άλλα λόγια, η Γερμανία ήταν πιο ανταγωνιστική όταν ξεκίνησε η ΟΝΕ και έγινε ακόμη ανταγωνιστικότερη παγώνοντας τους μισθούς των εργαζομένων της.
Γιατί όμως έχει σημασία η ΟΝΕ; 
Διότι στις συνηθισμένες συνθήκες διεθνούς καπιταλιστικού ανταγωνισμού θα είχε συμβεί βαθμιαία υποτίμηση του νομίσματος των περιφερειακών χωρών, εξουδετερώνοντας το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα της Γερμανίας. Αυτό όμως ήταν αδύνατο μέσα στην ΟΝΕ και άρα το ευρώ μετατράπηκε σε παγίδα που εξασφάλιζε ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στη Γερμανία, επιτρέποντας τη δημιουργία μεγάλων πλεονασμάτων. 

Η περιφέρεια από την άλλη, δημιουργούσε μεγάλα ελλείμματα που έπρεπε να χρηματοδοτηθούν. Έτσι γιγαντώθηκε το περιφερειακό χρέος, ιδιωτικό και δημόσιο. Αυτή είναι η δομική αιτία της κρίσης χρέους της Ευρωζώνης και όχι τα φληναφήματα περί σπάταλου κράτους, τεμπέληδων του Νότου και τα σχετικά.
Στα χρόνια της κρίσης ο βασικός χαρακτήρας της ΟΝΕ δεν άλλαξε καθόλου. Το κύριο μέλημα της γερμανικής πολιτικής ήταν να προστατευτούν οι γερμανικές εξαγωγές και να μεταφερθεί όλο το κόστος προσαρμογής στις χώρες της περιφέρειας. Καμία αλλαγή στον προσανατολισμό της γερμανικής οικονομίας, όπως για παράδειγμα, με τόνωση της εγχώριας ζήτησης.
Ο πίνακας δείχνει πολύ παραστατικά πως επιχειρήθηκε η προσαρμογή: πραγματική συντριβή των μισθών στην περιφέρεια με όπλο την αύξηση της ανεργίας. Αυτό είναι και το βαθύτερο περιεχόμενο των «διασώσεων» και της λιτότητας. Ταξικός πόλεμος, ωμός και αμείλικτος, που πουθενά δεν υπήρξε σκληρότερος από όσο τα χρόνια αυτά στην Ελλάδα.
Οι χώρες της περιφέρειας έχουν για την ώρα υποκύψει στη γερμανική πίεση. Ο πίνακας όμως δείχνει και το μέγεθος του προβλήματος που αντιμετωπίζουν οι χώρες αυτές. Πρέπει να ειπωθεί με έμφαση ότι, παρά το τεράστιο κοινωνικό κόστος δεν έχει καν αντισταθμιστεί η απώλεια ανταγωνιστικότητας από το 1995 και μετά.
Δεν υπάρχουν ακόμη συγκεντρωτικά στοιχεία για το 2012, αλλά είναι βέβαιο ότι οι μισθοί στην Ελλάδα και αλλού θα συνεχίσουν να πέφτουν σημαντικά το 2013 και ίσως και το 2014, απλώς και μόνο για να καλυφθεί το χάσμα. Αυτό σημαίνει «εσωτερική υποτίμηση».
Ακόμη χειρότερα, όσο οι γερμανικοί μισθοί δεν ανεβαίνουν συστηματικά – και παρά την άνοδο μετά το 2009, ο πίνακας δείχνει ότι τα πράγματα δεν έχουν ουσιαστικά αλλάξει – οι ελληνικοί μισθοί και αυτοί των άλλων χωρών της περιφέρειας θα πρέπει είτε να συνεχίσουν να πέφτουν, είτε να μείνουν παγωμένοι. Αλλιώς δεν μπορεί να κερδηθεί ανταγωνιστικότητα από πλευράς περιφέρειας, εκτός αν συμβεί μία έκρηξη παραγωγικότητας. Κι επειδή θαύματα δε γίνονται στην παραγωγικότητα, η Ελλάδα και η υπόλοιπη περιφέρεια έχουν μπροστά τους χρόνια χαμηλών μισθών, χαμηλής ανάπτυξης και υψηλής ανεργίας. Αυτό είναι το πραγματικό τίμημα της συνεχιζόμενης παραμονής στην ΟΝΕ που με τόση επιμονή έχει επιβάλει «η παράταξη του ευρώ».
Η ιστορία δείχνει ότι τέτοιου είδους σκληρές ταξικές πολιτικές γεννούν εξίσου σκληρή ταξική αντίδραση. Κάποια στιγμή τα εργατικά και λαϊκά στρώματα θα αντιδράσουν βίαια στην καταστροφή της ζωής τους κι αυτής των παιδιών τους. Είναι πιθανόν λοιπόν, το φως που βλέπει στο βάθος η κυβέρνηση να είναι τελικά το τρένο.

Κώστας Λαπαβίτσας

πηγή

Μισθοί Βουλγαρίας και Κίνας! Το Μνημόνιο “πέτυχε”…


μετρα λιστα

Ας μην ξανατεθεί το ερώτημα για το κατά πόσο εφαρμόζονται ή όχι τα Μνημόνια που ψηφίζονται. Την απάντηση έδωσε το Σώμα Επιθεωρητών Εργασίας την προηγούμενη Πέμπτη 27 Δεκέμβρη, δημοσιοποιώντας τα συγκεντρωτικά στοιχεία για την αγορά εργασίας κατά το πρώτο εννιάμηνο του 2012. Εν συντομία, μισθοί 300 ευρώ για μία στις δύο νέες προσλήψεις και ελαστική απασχόληση για έναν στους δύο εργαζόμενους είναι η απάντηση στο παραπάνω ερώτημα, που βεβαιώνει ότι οι συνταγές της Τρόικας μπορεί να μην κατάφεραν να μειώσουν το δημόσιο χρέος, όπως υπόσχονταν για να εμφανιστούν ως αναγκαίες, αλλά κατάφεραν να επιβάλλουν στην Ελλάδα μισθούς Βουλγαρίας και Κίνας.

Ειδικότερα, με βάση τα στοιχεία των Επιθεωρητών Εργασίας από τις 502.598 προσλήψεις οι 217.126 αφορούσαν θέσεις εργασίας μερικής ή εκ περιτροπής απασχόλησης που σημαίνει είτε καθημερινή 4ωρη απασχόληση είτε για 3 ημέρες την εβδομάδα. Στο βαθμό μάλιστα που αυτές οι προσλήψεις αφορούν ανειδίκευτο προσωπικό η αμοιβή ανέρχεται σε 295 ευρώ μεικτά! Αυτός είναι ο μισθός που διαμορφώθηκε με το δεύτερο Μνημόνιο τον Φεβρουάριο του 2012, το οποίο ήταν προϋπόθεση για να εγκριθεί από τους πιστωτές μας (ΕΕ, ΔΝΤ) η αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους. Συγκλονιστικά είναι τα στοιχεία που αφορούν επίσης τις εργασιακές σχέσεις. Συνολικά σε 60.762 εργαζόμενους παρατηρήθηκε αλλαγή της σύμβασης εργασίας που αφορά είτε μείωση του ωραρίου εργασίας από 8ωρο σε 4ωρο είτε εκ περιτροπής εργασία. Περιττό δε να ειπωθεί, τέλος, πως συγκρίνοντας με την αντίστοιχη χρονική περίοδο του 2011 οι προσλήψεις τον προηγούμενο χρόνο ήταν πολύ λιγότερες.

Λιγότερες και χειρότερες θέσεις εργασίας

Συμπερασματικά λοιπόν κάθετη μείωση της απασχόλησης, με λιγότερες και πολύ χειρότερες θέσεις εργασίας είναι τα «καλά» που έφεραν τα Μνημόνια από το 2010 μέχρι το 2012. Τα δεινά όμως των εργαζομένων στην Ελλάδα δεν σταματούν εδώ. Οι μειώσεις στους μισθούς των εργαζομένων στον δημόσιο τομέα όπως αποφασίστηκαν με το τρίτο Μνημόνιο το Νοέμβριο του 2012 και σε όλη την οικονομία εξ αιτίας των αυξημένων φόρων, τουλάχιστον αυτοί οι δύο παράγοντες, προεξοφλούν ότι η συρρίκνωση των αποδοχών θα συνεχιστεί σε όλη τη διάρκεια του 2013.

Μερίδιο της εργασίας (μισθών) στο ΑΕΠ
Έτος Ποσοστό Έτος Ποσοστό
1981 69,6% 1998 64,5%
1982 70,3% 1999 65,5%
1983 72,6% 2000 63,2%
1984 70,6% 2001 61,3%
1985 70,8% 2002 64,6%
1986 67,3% 2003 62,6%
1987 67,1% 2004 61,9%
1988 67,3% 2005 62,2%
1989 69,2% 2006 60,7%
1990 69,8% 2007 60,4%
1991 65,0% 2008 60,4%
1992 64,1% 2009 61,9%
1993 62,3% 2010 61,9%
1994 62,0% 2011 60,3%
1995 63,2% 2012 55,6%
1996 62,8% 2013 53,2%
1997 64,6% 2014 53,2%

Πηγή: European Commission: Statistical Annex of European Economy, Autumn 2012

Η δεινή θέση των εργαζομένων στην Ελλάδα απεικονίζεται ανάγλυφα στο γράφημα και τον πίνακα που παραθέτουμε, όπου παριστάνεται το μερίδιο των μισθών στο ΑΕΠ. Εκεί φαίνεται πεντακάθαρα πόσο αυθαίρετες είναι οι κατηγορίες που διατυπώνονται από τους απολογητές των Μνημονίων για τους υψηλούς μισθούς και την αξιοζήλευτη υποτίθεται θέση των εργαζομένων στην Ελλάδα. Οι αριθμοί, προερχόμενοι μάλιστα από την ίδια την ΕΕ, βεβαιώνουν το αντίθετο: Από ένα μερίδιο της τάξης του 70% σχεδόν του ΑΕΠ που αντιπροσώπευαν οι μισθοί το 1981, το 2012 μειώθηκαν στο 56% και τα δύο επόμενα χρόνια, με βάση προβλέψεις, θα πέσουν ακόμη πιο χαμηλά, στο 53,2% του ΑΕΠ. Τότε προφανώς θα έχουμε έρθει ακόμη πιο κοντά στην «εξαγγελία» που είχε κάνει ο Πολ Τόμσεν στην ευρωβουλή την άνοιξη για μισθούς στην Ελλάδα στο ύψος των 200 ευρώ. Αυτό είναι το επίπεδο των «φυσιολογικών» μισθών για τη χώρα μας κατά την εκτίμησή του αξιωματούχου της Τρόικας κι αυτό το σχέδιο υλοποιείται σταθερά με την αφειδώλευτη βοήθεια των κυβερνήσεων των Μνημονίων και των κομμάτων που σταθερά τις υπηρετούν: ΠΑΣΟΚ, ΝΔ, ΛΑΟΣ και ΔΗΜΑΡ. Η πτώση του μεριδίου των μισθών όσο κι αν επηρεάζεται από την αύξηση της ανεργίας (η οποία εξουδετερώνεται κατά ένα σημαντικό μέρος από την ένταξη στις τάξεις των εργαζομένων μεσαίων στρωμάτων των οποίων η κοινωνική θέση υποβαθμίζεται) δείχνει την αυξανόμενη εξαθλίωση των εργαζομένων. Από την άλλη, επίσης, δείχνει ότι η περίοδο της κρίσης δεν σημαίνει απώλειες για όλες τις κοινωνικές τάξεις, καθώς το κενό που αφήνουν οι μισθοί καλύπτεται από τα κέρδη.

Στο ναδίρ οι ελληνικοί μισθοί

Αξίζει μάλιστα να υπογραμμίσουμε πως το μερίδιο των μισθών στο σύνολο του ΑΕΠ στην Ελλάδα για το 2012 (56%) βρίσκεται πολύ πιο χαμηλά από τον μέσο όρο της ευρωζώνης των 17 (65%), της ΕΕ των 27 (66%) κι επίσης των ΗΠΑ (64%) και της Ιαπωνίας (67%). Κατά συνέπεια το μερίδιο των μισθών στην Ελλάδα δεν είναι χαμηλό μόνο αν το εξετάσουμε διαχρονικά, αλλά ακόμη κι αν το συγκρίνουμε σε διεθνές επίπεδο. Με άλλα λόγια στην Ελλάδα ουδέποτε παρατηρήθηκε μια υπερβολή στις αμοιβές η οποία έπρεπε να διορθωθεί, όπως διατείνεται η Τρόικα κι ο νεοφιλελευθερισμός προκειμένου να αποσπάσουν την συναίνεση των εργαζομένων στα μέτρα λιτότητας που επιβάλλουν.

Οι στατιστικές τους ωστόσο μια τέτοια «αρρυθμία» επικαλούνται. Ειδικότερα, με καθαρά επιλεκτικό τρόπο η Τρόικα υποδεικνύει την σημαντική αύξηση του ονομαστικού μοναδιαίου κόστους εργασίας στην Ελλάδα την προηγούμενη δεκαετία η οποία υποτίθεται κατέστησε την Ελλάδα απαγορευμένη ζώνη για επενδύσεις. Το επιχείρημα συμπληρώνεται από την επίδειξη της συγκράτησης της αύξησης του κόστους εργασίας στη Γερμανία, το οποίο αντιπαραβάλλεται με ότι συνέβη στη χώρα μας.

Δεν υπάρχει τίποτε που να βρίσκεται πιο μακριά από την αλήθεια, παρότι ο παραπάνω συλλογισμός περιέχει αδιαμφισβήτητες πραγματικότητες. Για παράδειγμα, μια πρώτη αλήθεια είναι ότι το ονομαστικό μοναδιαίο κόστος εργασίας στην Ελλάδα αυξήθηκε σημαντικά τα χρόνια που προηγήθηκαν του Μνημονίου. Με βάση την ίδια πηγή (Ευρωπαϊκή Επιτροπή) από το 2005 ως το 2010 αυξήθηκε κατά 13,1% όταν στη ευρωζώνη των 17 αυξήθηκε λιγότερο: κατά 9,8%. Ενώ στα 27 κράτη μέλη της ΕΕ κατά μέσο όρο αυξήθηκε κατά 11,6%. Η εικόνα ωστόσο αυτή αποδεικνύεται εντελώς πλασματική αν αντί για την εξέλιξη του ονομαστικού εξετάσουμε την εξέλιξη του πραγματικού κόστους εργασίας, που περιγράφει το κόστος εργασίας αν αφαιρέσουμε τον πληθωρισμό. Ξέροντας την «έφεση» που ανέκαθεν επιδείκνυε η ελληνική οικονομία στον πληθωρισμό, είναι προφανές ότι το πραγματικό κόστος είναι πολύ πιο αξιόπιστο μέγεθος, περιγράφει δηλαδή την πραγματικότητα χωρίς αλλοιώσεις. Εξετάζοντας την ίδια περίοδο, από το 2005 ως το 2010, το πραγματικό μοναδιαίο κόστος εργασίας στην Ελλάδα δεν αυξήθηκε αλλά μειώθηκε(!), αντιπροσωπεύοντας την χρονιά που επιβλήθηκε το μνημόνιο το 98,6% του επιπέδου που βρισκόταν το 2005. Βρέθηκε έτσι στο επίπεδο του 1993! Την ίδια περίοδο (2005-2010) το πραγματικό εργατικό κόστος στην ευρωζώνη των 17 αυξήθηκε κατά 1,4% και στην ΕΕ των 27 κατά 1,1%, ακολούθησε δηλαδή αντίθετη πορεία με το ελληνικό αλλά και το γερμανικό που μειώθηκε κατά 1% φτάνοντας το 2010 στο 99% του επιπέδου του 2005.

Η απάτη των επιχειρημάτων της Τρόικας

Υπάρχει ωστόσο κάτι ακόμη πιο σημαντικό που δείχνει την πολιτική απάτη που υπάρχει πίσω από τα επιχειρήματα της Τρόικας και των νεοφιλελεύθερων ορκισμένων κυνηγών του …εργατικού κόστους. Ένας επενδυτής που θέλει να επιλέξει χώρα για να εγκαταστήσει την μονάδα παραγωγής του ποτέ δεν ρωτάει με τι ρυθμό αυξάνονται από έτος σε έτος οι μισθοί και τα ημερομίσθια στην α και την β χώρα. Ρωτάει πόσο είναι οι μισθοί και τα ημερομίσθια στην α και την β χώρα κι αποφασίζει με βάση το απόλυτο ύψος τους, όχι την εξέλιξή τους στο χρόνο. Προφανώς αν οι διαφορές είναι μικρές μεταξύ των δύο χωρών αρκούν λίγα χρόνια ταχείας αύξησης του εργατικού κόστους στη μια και σταθεροποίησης ή μείωσης στην άλλη ώστε να υπάρξει σύγκλιση και η πρώτη να χάσει το προνόμιο της φθηνής εργασίας, αν υποθέσουμε ότι πρόκειται για ένα τόσο αξιοζήλευτο συγκριτικό πλεονέκτημα που πρέπει να το διαφυλάξει με νύχια και με δόντια… Να υποστηρίζει όμως κάποιος ότι η μεγαλύτερη αύξηση του εργατικού κόστους στην Ελλάδα σε σχέση με την Γερμανία είχε ως αποτέλεσμα η Γερμανία να καταστεί ανταγωνιστικότερη ως προς το εργατικό κόστος είναι καθαρός παραλογισμός γιατί παραγνωρίζει το πιο απλό: ότι οι μισθοί και τα ημερομίσθια στην Γερμανία εξακολουθούν και είναι πολλαπλάσια των ελληνικών. Δεν υπάρχει δηλαδή σύγκριση…

Αυτό επομένως που έπρεπε να πουν εξ αρχής η Τρόικα και τα κόμματα του Μνημονίου είναι ότι ο σκοπός τους ήταν να φτάσουν οι μισθοί στο επίπεδο της Βουλγαρίας και της Κίνας. Δεν υπήρχε λόγος να περάσουμε πρώτα από την Γερμανία χρησιμοποιώντας συγκρίσεις που προσβάλλουν τη νοημοσύνη μας…

Λεωνίδας Βατικιώτης

πηγή

One Trackback to “ΕΡΓΑΣΙΑ”

Σχολιάστε